Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Κυριακή 24 Οκτωβρίου 2010

Καληνύχτα... Να προσέχεις...



Την κοίταζε που κοιμόταν δίπλα του, γυμνή, όπως κι'εκείνος... Δε μπορούσε να κλείσει μάτι... Η ευτυχία του κι'η ανησυχία του ήταν περισσότερο απ'όσο μπορούσε να χειριστεί. Χαμογελούσε βλέποντας το αγγελικό προσωπάκι της και παρακαλούσε να μην ξημερώσει ποτέ. Το άρωμα Μαγκνόλιας που φορούσε κι'η γεύση του κορμιού της ακόμα κυρίευαν τις αισθήσεις του. Ακόμα και το σκουλαρικάκι στον ομφαλό της που του πάγωνε τη γλώσσα τού'χε αρέσει... Δεν ήξερε αν είχε καταφέρει να της χαρίσει την ηδονή που της άξιζε. Κι'αυτή, μη θέλοντας ποτέ να τον πληγώσει, κι'ας μην τον αγαπούσε, θα μπορούσε να κάνει την καλύτερή της προσποίηση γι'αυτόν. Ήθελε να την αγγίξει, να τη χαιδέψει. Φοβόταν μήπως της χαλάσει τον ύπνο. Ήθελε να την κρατήσει στην αγκαλιά του τόσο σφικτά που να γίνουν σιαμαίοι. Φοβόταν μήπως της πάρει την ανάσα για πάντα. Ήθελε ν'ανοίξει το στήθος του να της δώσει την καρδιά του, για νά'ναι πάντα κοντά της. Φοβόταν πως θα λιποθυμούσε απ'το αίμα. Φοβόταν. Όχι μήπως τη χάσει. Μήπως την πληγώσει, μήπως τη λυπήσει. Έτσι κι'αλλοιώς ποτέ δεν την είχε. Και ποτέ δεν θά την είχε. Οι μεγάλες αγάπες ήταν γραφτό διαμέσου των αιώνων να μην είναι ποτέ μαζί. Κι'ας μην τον αγαπούσε. Την αγαπούσε εκείνος. Έσκυψε και τη φίλησε απαλά στα χείλη. Είδε τα μάτια της ν'ανοίγουν. Του χαμογέλασε. 'Κρυώνω' του είπε. Πήρε το σεντόνι και τη σκέπασε μέχρι το λαιμό. Την ξαναφίλησε και σηκώθηκε. Πήρε τα ρούχα του και βγήκε απ'το δωμάτιο...
Ένοιωσε κάτι δυνατό στο δάκτυλο. Ξύπνησε απότομα. Η καύτρα του τσιγάρου τον έκαψε λίγο. Πιπίλησε το δάκτυλό του. Θυμήθηκε τ'όνειρο που έβλεπε. Χαμογέλασε. Συνήθως δεν έβλεπε όνειρα. Είχε καιρό να μιλήσουν. Λίγο μετά που της είπε 'Σ'αγαπώ'. Απ'το μυαλό του πέρασαν σαν αστραπή όλες αυτές που τον είχαν ερωτευθεί χωρίς αυτός να νοιώσει το ίδιο. Προσπαθούσε να τους εξηγήσει πως δεν ήθελε να νοιώσουν ότι κι'αυτός τόσες φορές. Προσπαθούσε να τις πείσει να αρκεστούν σ'αυτά που ζουν κι'είναι τόσο ωραία. Σ'ένα χάδι, μια αγκαλιά, ένα φιλί, κάνοντας έρωτα. Τον ήθελαν δικός τους, αποκλειστικά. Καμιά δε μπορούσε να τον έχει. Και καμιά δεν ήθελε να έχει. Ούτε καν αυτήν Κι'α ήξερε πως και νά'θελε δε μπορούσε.
Την ξανάφερε στη σκέψη του. Πάντα του άρεσαν οι γυναίκες που εξέθεταν τον εαυτό τους, που άφηναν την χειρότερη πλευρά τους να φανερωθεί στα μάτια του κόσμου. Του άρεσαν για το θάρρος τους, τα κότσια που πολλοί άνδρες δεν είχαν. Του την έδιναν οι γυναίκες που μεμψιμοιρούσαν, που κρύβονταν, που έλεγαν μισές αλήθειες, που το έπαιζαν δήθεν κι'ανώτερες. Ήξερε καλά τις γυναίκες και ήξερε πως να τις ρίξει, να ανατρέψουν με πράξεις όσα λόγια ξεστόμισαν. Κάποιες απλά τις περιφρονούσε. Κάποιες άλλες απλά τις έκανε να κάνουν ότι έλεγαν πως δεν έκαναν. Αν περνούσε καλά μαζί τους συνέχιζε, αδιαφορώντας για τα λόγια που έμειναν λόγια. Αν όχι, ή συνέχιζαν να αρνιούνται αυτά που κάνουν και συνέχιζαν να το παίζουν δήθεν, απλά φρόντιζε να μην τον θέλουν. Περισσότερο τον ενοχλούσε όταν τον ερωτεύονταν, κι'ήθελαν όρκους αιώνιας πίστης κι'αγάπης. Αλλά μ'αυτήν ήταν διαφορετικά. Όλα. Ακόμα κι'όταν της είπε 'Σ'αγαπώ'. Λες και της τό'πε για να χωρίσουν, ξέρωντας πως είναι αλέξανδρη αυτή η λέξη. Λες και φοβόταν αυτό που ήθελε. Να τον αγαπήσει όσο την αγαπούσε...
Έσβησε το τελευταίο τσιγάρο στο τασάκι του. Η νύχτα είχε προχωρήσει. Δεν είχε κέφια για ξεπέτες και ποτάκια. Ήπιε ένα ποτήρι νερό και πήγε στο κρεββάτι του. Την ξανάφερε στην σκέψη του. Δεν είχε νέα της. Ήξερε πως δεν θα επικοινωνούσε μαζί του, ότι κι'αν της συνέβαινε. Ήξερε πως την αγαπούσε. Ήξερε... 'Καληνύχτα αγάπη μου...' ψιθύρισε. 'Νά'σαι καλά όπου κι'αν βρίσκεσαι, ότι κι'αν κάνεις... Να προσέχεις... Φιλί...'...

2 σχόλια:

Raindrops είπε...

megalo thema afto Emp..oi megaloi erwtes pou pote den einai mazi..
arxisa na grafw alla ta esvisa..kapoia alli fora..
kalo vradu
filia

Emperor είπε...

Φιλιά μικρή μου...