Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Σάββατο 31 Ιανουαρίου 2015

Δυο χρόνια κι'ένας μήνας...



Βράδυασε ήδη, αν και νωρίς. Οι νύχτες του Γεννάρη αφήνουν τη γεύση της Άνοιξης πού'ρχεται. Περπατούσε τυλιγμένη στο δερμάτινο μπουφάν της. Ψύχρα, αλλά προτίμησε να σταθμεύσει λίγο μακρυά. Ήθελε τον αέρα να της παγώσει το πρόσωπο, να καθαρίσει τη σκέψη της. Είχε πάρει το μήνυμα το μεσημέρι. 'Θά'θελα να βρεθούμε για καφέ να τα πούμε απόψε'. Άργησε πολύ ν'αποφασίσει αν θα πήγαινε ή όχι. Μόλις πριν 3 μέρες είχε απαντήσει στο δικό της ίδιο μήνυμα 'Δεν ξέρω αν θά'χω χρόνο, βλέπουμε. Γιατί δεν έρχεσαι εσύ δυο μέρες μετά που θα μπορώ στα σίγουρα?'. Τελικά τ'αποφάσισε. Θά'πρεπε να τελειώνει αυτό. Δεν θά'πρεπε να μείνει καμιά αμφιβολία για το τι θα συνέβαινε αν...

Δυο χρόνια ήταν ο 'άνθρωπός' της. Η σκέψη του τη συνόδευε στον ύπνο της και στον ξύπνιο της. Της μιλούσαν κι'άκουγε τη φωνή του. Προσπαθούσε με κάθε ευκαιρεία νά'ναι κοντά του, τού'δειξε με κάθε τρόπο πόσο τον ήθελε. Μέχρι που 3 βδομάδες πριν έκανε το μεγάλο βήμα. Του άνοιξε την καρδιά της, του μίλησε για το τι ένοιωθε. Αμέσως όμως κατάλαβε πως κάτι ψεύτικο υπήρχε σ'αυτό που ένοιωθε. Όχι για τα συναισθήματά της. Για το πρόσωπό του. Λίγες μέρες πριν είχε εισβάλει στη ζωή της αυτός. Εδώ και κάποιους μήνες τον έβλεπε έξω απ'τα τοίχη που είχε κτίσει βάζοντας τον άλλο φρουρό να της μιλά και να της χαμογελά. Δεν τού'δινε σημασία νόμιζε. Τώρα είχε συνειδητοποιήσει πως εκείνες τις στιγμές ξεχνούσε τον άλλο. Εκείνες τις στιγμές ζούσε όμορφα, ξένοιαστα. Και ξαφνικά αυτός μπήκε εντός των τοιχών. Κατακτητής. Κι'ήταν όμορφα...

Συνάντησε τον άλλο. Χαιρετήθηκαν και φιλήθηκαν στα μάγουλα όπως πάντα. Κι'όμως, δεν ένοιωσε όπως πάντα. 'Ο άλλος μου' έλεγε τα τελευταία δυο χρόνια και ξαφνικά αναρωτήθηκε αν ήταν ο άλλος της ή απλά ακόμα κάποιος. Της μιλούσε και κοίταγε το κινητό της αν της έστειλε μήνυμα αυτός, αν πήρε τηλέφωνο αυτός, αν έκανε ανάρτηση αυτός. Αυτός...

'Συγγνώμη, δεν σ'άκουσα, τι έλεγες?' είπε στον άλλο. Αυτή. Αυτή που τον άκουγε συνέχεια εδώ και δυο χρόνια να της μιλάει χωρίς να είναι καν εκεί δεν άκουσε τίποτα. 'Είπα πως σε θέλω πολύ, πως είμαι ερωτευμένος μαζί σου κι'όλοι το ξέρουν εκτός από σένα, πως φοβόμουνα να σου μιλήσω και σου μιλάω τώρα επειδή μου μίλησες πριν 3 βδομάδες.' Όλα τα λάθος λόγια τα είπε ο άλλος. Και τ'άκουσε αυτή, πολύ καθαρά. Αν δεν ήταν αυτός δεν θα τού'στελνε μήνυμα αυτή. Κι'ο άλλος 'άρπαξε' λέει την ευκαιρεία 3 βδομάδες μετά, κάνοντάς τα ήδη σκατά 3 μέρες πριν. Κι'ενδιάμεσα ούτε μια καλημέρα. Όλοι τό'ξεραν πως είναι ερωτευμένος μαζί της εκτός απ'αυτήν. Ούτε καν άτομα που θα μπορούσαν να της το πουν. Λες κι'ο έρωτάς του γι'αυτήν ήταν καρκίνος, που οι γιατροί το λένε σ'όλους εκτός απ'τον πάσχοντα. 'Είσαι έξυπνη και δυναμική' της έλεγε κι'άκουγε 'Δεν το περίμενα νά'σαι τόσο έξυπνη'. 'Σε θέλω πολύ' της έλεγε κι'άκουγε 'Δεν βρήκα άλλη διαθέσιμη γι'απόψε'. 'Φοβόμουνα' της έλεγε κι'άκουγε 'Δεν έχω μάθει να κυνηγάω, όλες με κυνηγάνε, δεν ξέρω τι θα πει κυνηγός, δεν είμαι αρσενικό'...

Τον κοίταξε στα μάτια. Θυμήθηκε πως ένοιωθε παλιά, πριν απ'αυτόν, όταν τον κοίταγε στα μάτια. Ή μάλλον προσπάθησε να θυμηθεί. Δεν τα κατάφερε. Θυμήθηκε τη μέρα που σκέφτηκε πως δεν τον σκέφτεται πια. Προσπάθησε τότε να τον φέρει στο μυαλό της, να τον θυμηθεί. Ούτε καν, ακόμα και με προσπάθεια. Υπήρχε αυτός πλέον. Σ'όλο της το είναι. 'Συγγνώμη' του είπε. 'Πραγματικά λυπούμαι. Δυο χρόνια σ'ανήκα ολοκληρωτικά, στο έδειξα με κάθε δυνατό τρόπο, έμενε να κάνεις μια απλή κίνηση, να πεις απλά 'έλα' και θά'μουνα εδώ. Άργησες. Τώρα είμαι αλλού. Μπήκε αυτός στη ζωή μου πριν ένα μήνα χωρίς να του το ζητήσω, χωρίς να τον προσκαλέσω, χωρίς να του δώσω καν αφορμή και με κατέκτησε. Τώρα του ανήκω. Μου πρόσφερε ότι ήθελα να μου προσφέρεις, ότι ονειρευόμουνα μαζί σου και πολύ περισσότερα. Απλόχερα, ειλικρινά. Με ξύπνησε απ'το λήθαργο. Και ξαφνικά εσύ έγινες ουτοπία, έγινες ένα αδιέξοδο μέσα απ' το οποίο προσπάθησα να ξεφύγω από ένα άλλο αδιέξοδο, έγινες μια χίμαιρα που κυνήγησα άγρια μέχρι που ήρθε αυτός και μού'δειξε την πραγματικότητα, μού'δειξε πόσο όμορφο είναι ν'αγαπάς κάποιον που είναι εδώ για σένα, κι'ας είναι πολύ μακρυά. Έκανε μέσα σε λίγες μέρες όλα όσα εσύ είχες την ευκαιρεία να κάνεις σιγά σιγά, λίγο λίγο, μέσα σε 2 χρόνια, και δεν έκανες τίποτα. Κι'αυτό μ' ενόχλησε ακόμα περισσότερο. Δεν έκανες τίποτα. Δεν είμαι διαφορετική απ'τις άλλες στα συναισθήματα. Απλά είμαι γυναίκα και θέλω να νοιώθω γυναίκα. Κι'αυτός αυτό έκανε. Ξανάνοιωσα γυναίκα μετά από πολλά πολλά χρόνια. Ξαναχαμογέλασα. Ξανάζησα.'...

Αποχαιρετίστηκαν. Πολύ τυπικά ο άλλος. Ήταν συννεφιασμένος. Είχε μάθει να τον κυνηγάνε, όχι να τον απορρίπτουν. Ποτέ δεν είχε φανταστεί πως το νά'σαι άντρας δεν είναι κάτι δεδομένο αλλά κάτι που το κερδίζεις κάθε στιγμή αν είσαι άξιος, αν είσαι άντρας. 'Θέλω να μείνουμε φίλοι, αξίζεις σαν άνθρωπος' τού'πε αυτή. Το προσπάθησε. Αυτή. Ο άλλος ήταν μικρός και σ'αυτό. Δεν εκτίμησε καν την ειλικρίνειά της. Ίσως κάποτε του περάσει η πίκρα της αποτυχίας και της ξαναμιλήσει. Αν και ποτέ δεν θά'ναι το ίδιο...

Αυτή σκεφτόταν και σύγκρινε τον άλλο κι'όλους τους άλλους της ζωής της μ'αυτόν. Χωρίς να το θέλει. Σκέφτηκε πόσα έχει νοιώσει και έχει ζήσει μέσα σ'ένα μήνα μ'αυτόν. Σκέφτηκε από τι είχε μόλις γλυτώσει, κάτι που τόσα χρόνια δεν είχε γλυτώσει ποτέ με κανένα. Σκέφτηκε πως αυτός ίσως την πληγώσει κάποτε. 'Είμαι επικίνδυνος' της είχε πει και δεν τον πίστεψε. Ούτε τώρα τον πιστεύει. Βλέπει την ευαίσθητη ψυχή του, κάποιες ελάχιστες στιγμές που δεν καταφέρνει να την κρύψει πίσω απ'τις ικανότητές του και τη δύναμή του και ξέρει πως ακόμα κι'αν συμβεί δεν θα το θέλει. Όμως ξέρει πως ότι ζουν θ'αξίζει μια ζωή. Γιατί πλέον είναι η ζωή της...

Έφυγε. Πήγε και βρήκε τις φίλες της. Σκεφτόταν πόσο της λείπει αυτή τη στιγμή αυτός. Ήθελε τόσο πολύ να τον αγκαλιάσει, να κλάψει στον ώμο του, να του πει πόσο τον αγαπά. Απόψε ήξερε πως θα πιει περισσότερο και πως θα την πειράξει. 'Είσαι εντάξει, όλα καλά?'. Ήρθε μήνυμά του. 'Ναι'. Μια τυπική της απάντηση, προσπαθώντας να μη δείξει τη φόρτισή της. 'Σίγουρα? Μου φαίνεται πως θες να κλάψεις'. Αυτά έκανε και την πέθαινε. Λες κι'ήταν εκεί, λες και κυβερνούσε το μυαλό και την καρδιά της, λες και η καρδιά της τού'στελνε μήνυμα τόσα χιλιόμετρα μακρυά για το τι νοιώθει. 'Σ'αγαπώ, πολύ. Πάρα πολύ. Είσαι η ζωή μου πλέον. Σ'ανήκω και σ'αγαπώ μ'όλο μου το είναι. Θα τα πούμε το πρωί. Σε φιλώ αγάπη μου. Σ'ευχαριστώ που μπήκες στη ζωή μου'...

Το μήνυμά της έφυγε. Το ίδιο κι'η παλιά της ζωή. Αυτή που ποτέ δεν ήθελε να ζήσει. Τώρα ξαναζούσε, ή καλύτερα ξαναγεννιόταν. Σε μια νέα ζωή, με τα ίδια δεδομένα αλλά μ'άλλη αντιμετώπιση. Τώρα ήταν γυναίκα. Τώρα αγαπούσε αληθινά. Τώρα ήταν ερωτευμένη όσο ποτέ άλλοτε. Τώρα υπήρχε αυτός. Μόνο αυτός. Τα πάντα αυτός...

Παρασκευή 16 Ιανουαρίου 2015

Καλο σου ταξιδι Mari Verita...




Ο Αυτοκρατορας υποκλινεται στο μεγαλειο της ψυχης σου...

Δεν είναι που παίρνεις μήνυμα στο κινητό σου απ'τον αριθμό ενός νεκρού (που δεν ξέρεις πως πέθανε ούτε καν πως κινδύνευε) από χρόνια ασθένεια που σε ειδοποιούν για την κηδεία του. Είναι που λίγες ώρες πριν πεθάνει μιλά μαζί σου και δεν σου λέει τίποτα για την κατάστασή του. Που μπορεί νά'σαι ο τελευταίος που μίλησε μαζί του και που μέχρι την τελευταία στιγμή μαζί περνάτε όμορφα. Που διασκεδάζει την διαίσθησή σου πως κάτι συμβαίνει. Που το μόνο που μπορείς να πεις γι'αυτήν την φιλία, γι'αυτήν την σχέση, είναι 'Άξιζε, όσο αξίζει μια ζωή'...

Καλή ξεκούραση Mari Verita... Στο επανιδείν... Ίσως αργήσει, αλλά θα ξαναβρεθούμε...

Σάββατο 10 Ιανουαρίου 2015

Ο παράδεισος δεν περιμένει...



Υπάρχουν στιγμές που τα λεξικά είναι άχρηστα, οι λέξεις μικρές, ο κόσμος ανύπαρκτος, το στόμα βουβό, το δάκρυ αρνείται πεισματικά να βγει γιατί δεν θέλει να χάσει το συναίσθημα απόλυτης ευτυχίας που σε καίει και το δημιουργεί. Στιγμές που φοβάσαι να τσιμπήσεις το σώμα σου μήπως και ξυπνήσεις και χαθείς για πάντα, φοβάσαι να κάνεις ένα βήμα μήπως και είσαι στα σύννεφα και πέσεις στα τάρταρα, στιγμές που κανένας ανθώπινος νους δε μπορούσε να φανταστεί πως μπορεί να υπάρξουν, στιγμές που κανένας ποιητής ή συγγραφέας δεν τις περιέγραψε γιατί όχι απλά ποτέ δεν πίστεψε πως κάποιος τις έχει ζήσει αλλά ήταν υπεράνω του κι'άγνωστες γι'αυτόν. Στιγμές που αξίζουν κι'αγγίζουν την αιωνιότητα, στιγμές που υψώνεις τα μάτια στον ουρανό και παρακαλάς το Θεό, ακόμα κι'αν Tον αρνείσαι πεισματικά, αν είναι να πεθάνεις νέος, να πεθάνεις τώρα, τώρα που είσαι ευτυχισμένος, τώρα που είσαι στον παράδεισο, κι'αν είναι να πεθάνεις γέρος, όλη η ζωή σου νά'ναι αυτή η στιγμή πολλαπλασιασμένη στο άπειρο, για όσο θέλει Εκείνος. Στον παράδεισο που δημιούργησε Εκείνος και σου χάρισε μέσω του ανθρώπου σου. Του ανθρώπου σου που έστειλε στο δρόμο σου κι'εσένα στο δικό του απλά γιατί ήταν κρίμα ο παράδεισος νά'ναι άδειος κι'επειδή Εκείνος θέλησε να σας χαρίσει. Ανθρώπων που μπόρεσαν να πουν στον όφι 'Ευχαριστώ, δεν θα πάρω, είμαι αλλού'. Ανθρώπων που το μόνο που ήθελαν απ'το σύμπαν είναι ο ένας τον άλλο να κοιτάν στα μάτια και να χάνονται στην αγκαλιά του. Και κοιτάς τον ουρανό κι'η μόνη προσευχή που μπορείς ν'αρθρώσει το στόμα σου και να εκφράσει τη ψυχή σου είναι 'Σ'ευχαριστώ Θεέ μου'. Και κοιτάς τον άνθρωπό σου και θες να πεις πολλά. Αλλά ακόμα και το αληθινό 'Σ'αγαπώ' είναι λίγο. Ακόμα και το αληθινό 'Σ'ευχαριστώ' είναι μικρό. Και δε μπορείς να μιλήσεις και δε μπορείς να γράψεις κι'απλά ανοίγεις τα χέρια και προσφέρεις εσένα με μια αγκαλιά και μια σιωπή που τα λέει όλα. Ο παράδεισος δεν περιμένει... Είναι εδώ...  Τώρα... Κι'είναι δικός σου...